Από τις παραγκουπόλεις στην κοινωνία της αποξένωσης
Ο Τάκης Τσαλκιτζόγλου, πρώην επιμελητής ανηλίκων, μιλά στο περιοδικό των Επιμελητών Ανηλίκων των Δικαστηρίων Ανηλίκων για την εξέλιξη του θεσμού των Ε.Α., στο πέρασμα των χρόνων.
Με μεγάλη συγκίνηση θυμάμαι τα πρώτα ηρωικά χρόνια που δούλεψα ως επιμελητής ανηλίκων στην Αθήνα. Η πρόσκληση σας να περιγράψω με γεμίζει χαρά αλλά και νοσταλγία. Δεν θέλω να εξωραϊσω το παρελθόν, αλλά δεν μπορώ να μην θαυμάσω και την εξέλιξη που παρουσίασε ο θεσμός.Και αν εκφράσω στο τέλος κάποιες επιφυλάξεις, ας τις θεωρήσετε, στην πιο καλή περίπτωση ,απλή γεροντική γκρίνια.
Διορίστηκα στην Αθήνα με το διαγωνισμό του 1959.Προηγουμένως είχα προσφέρει τις υπηρεσίες μου ως εθελοντής… Συστεγαζόμασταν σε μια αίθουσα 40-50 τ.μ.,την πρώτη αριστερά όπως μπαίνουμε στο Αρσάκειο. Η Υπηρεσία είχε πέντε ή έξι τμήματα (Γραμματείες τις λέγαμε τότε):Δικασίμου ,Επιμελειών, Επιπλήξεων ,Υφ’ όρον απολυόμενων ,Στατιστικής –Μελετών και Προλήψεως, που είχε τότε αρκετό έργο να επιτελέσει ,αφού δεχόταν καθημερινώς αιτήματα για να παρέμβουμε σε περιπτώσεις παιδιών που τελούσαν σε ηθικό κίνδυνο ,πριν δηλαδή από την τέλεση της αξιόποινης πράξης…
Όλοι είχαν μια εσωτερική διάθεση εθελοντικής προσφοράς…Ήταν όλοι αφοσιωμένοι με ιεραποστολικό ζήλο στο καθήκον της διαπαιδαγώγησης των ανηλίκων με αποκλίνουσα συμπεριφορά… Το ωράριο δεν είχε καμία σημασία…
Η Ελλάδα προσπαθούσε τότε να επουλώσει τα τραύματα μιας δεκαετίας σχεδόν πολεμικών και εμφύλιων συρράξεων ,το κύμα της αστυφιλίας πλημμύριζε τα αστικά κέντρα και τα σημερινά προάστια (Περιστέρι, Κοκκινιά, Νέα Ιωνία κ.α.) ήταν παραγκουπόλεις όπου στοιβάζονταν οι άνθρωποι από επαρχία.Κύριο μέλημα μας ήταν να βρούμε δουλειά στα παιδιά, στέγη σε κάποιο ίδρυμα,λύση που θα προστάτευε τα παιδιά από τους κινδύνους του δρόμου ,όταν βέβαια δεν υπήρχε οικογένεια. Αλωνίζαμε με τα λεωφορεία όλη την Αττική, αλλά όποια πόρτα και αν χτυπάγαμε μας άνοιγαν με ανακούφιση ,που κάποιος ερχόταν να βοηθήσει τα παιδιά τους.
Τη δεκαετία του ‘90 όλα άλλαξαν … Μπορούσε κανείς να διαπιστώσει τις αλλαγές αυτές μέσα σε μια κοινωνία ,που όσο καλυτέρευαν οι συνθήκες διαβίωσης ,τόσο μεγάλωνε η αποξένωση των ανθρώπων.
Όταν συνταξιοδοτήθηκα έφυγα με πικρία. Η στάση της Πολιτείας στις ανάγκες των νέων καιρών ήταν αναβλητική έως αδιάφορη. Η ελληνική κοινωνία είχε αλλάξει. Άλλα προβλήματα την κατέτρυχαν ,αυτά που σήμερα έχουν γιγαντωθεί. Το μεταναστευτικό, τα ναρκωτικά, περισσότερα αδικήματα βίας κλπ. Δυστυχώς, στον αγώνα αυτό οι Υπηρεσίες Επιμελητών καθυστέρησαν να ανταποκριθούν και οι ευθύνες ανήκουν αποκλειστικά στην Πολιτεία. Αδιαφορία του Υπουργείου για να προωθήσει τις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις, υποβάθμιση του κύρους των Επιμελητών ανηλίκων, καθυστέρηση της αποποινικοποίησης απλών τροχαίων παραβάσεων, αμήχανη αντιμετώπιση των νέων μορφών αντικοινωνικής συμπεριφοράς κ.α. Αλλά και στο σώμα των επιμελητών ήταν φανερή μια προϊούσα κόπωση ,αφού σε πολλούς από αυτούς η μακροχρόνια άσκηση ενός τόσο κοπιαστικού και ψυχοφθόρου έργου τους έχει «σκληρύνει».
(Απόσπασμα από την τριμηνιαία έκδοση του περιοδικού των Ε.Α.<<Επιμελούμαι>>)
Με μεγάλη συγκίνηση θυμάμαι τα πρώτα ηρωικά χρόνια που δούλεψα ως επιμελητής ανηλίκων στην Αθήνα. Η πρόσκληση σας να περιγράψω με γεμίζει χαρά αλλά και νοσταλγία. Δεν θέλω να εξωραϊσω το παρελθόν, αλλά δεν μπορώ να μην θαυμάσω και την εξέλιξη που παρουσίασε ο θεσμός.Και αν εκφράσω στο τέλος κάποιες επιφυλάξεις, ας τις θεωρήσετε, στην πιο καλή περίπτωση ,απλή γεροντική γκρίνια.
Διορίστηκα στην Αθήνα με το διαγωνισμό του 1959.Προηγουμένως είχα προσφέρει τις υπηρεσίες μου ως εθελοντής… Συστεγαζόμασταν σε μια αίθουσα 40-50 τ.μ.,την πρώτη αριστερά όπως μπαίνουμε στο Αρσάκειο. Η Υπηρεσία είχε πέντε ή έξι τμήματα (Γραμματείες τις λέγαμε τότε):Δικασίμου ,Επιμελειών, Επιπλήξεων ,Υφ’ όρον απολυόμενων ,Στατιστικής –Μελετών και Προλήψεως, που είχε τότε αρκετό έργο να επιτελέσει ,αφού δεχόταν καθημερινώς αιτήματα για να παρέμβουμε σε περιπτώσεις παιδιών που τελούσαν σε ηθικό κίνδυνο ,πριν δηλαδή από την τέλεση της αξιόποινης πράξης…
Όλοι είχαν μια εσωτερική διάθεση εθελοντικής προσφοράς…Ήταν όλοι αφοσιωμένοι με ιεραποστολικό ζήλο στο καθήκον της διαπαιδαγώγησης των ανηλίκων με αποκλίνουσα συμπεριφορά… Το ωράριο δεν είχε καμία σημασία…
Η Ελλάδα προσπαθούσε τότε να επουλώσει τα τραύματα μιας δεκαετίας σχεδόν πολεμικών και εμφύλιων συρράξεων ,το κύμα της αστυφιλίας πλημμύριζε τα αστικά κέντρα και τα σημερινά προάστια (Περιστέρι, Κοκκινιά, Νέα Ιωνία κ.α.) ήταν παραγκουπόλεις όπου στοιβάζονταν οι άνθρωποι από επαρχία.Κύριο μέλημα μας ήταν να βρούμε δουλειά στα παιδιά, στέγη σε κάποιο ίδρυμα,λύση που θα προστάτευε τα παιδιά από τους κινδύνους του δρόμου ,όταν βέβαια δεν υπήρχε οικογένεια. Αλωνίζαμε με τα λεωφορεία όλη την Αττική, αλλά όποια πόρτα και αν χτυπάγαμε μας άνοιγαν με ανακούφιση ,που κάποιος ερχόταν να βοηθήσει τα παιδιά τους.
Τη δεκαετία του ‘90 όλα άλλαξαν … Μπορούσε κανείς να διαπιστώσει τις αλλαγές αυτές μέσα σε μια κοινωνία ,που όσο καλυτέρευαν οι συνθήκες διαβίωσης ,τόσο μεγάλωνε η αποξένωση των ανθρώπων.
Όταν συνταξιοδοτήθηκα έφυγα με πικρία. Η στάση της Πολιτείας στις ανάγκες των νέων καιρών ήταν αναβλητική έως αδιάφορη. Η ελληνική κοινωνία είχε αλλάξει. Άλλα προβλήματα την κατέτρυχαν ,αυτά που σήμερα έχουν γιγαντωθεί. Το μεταναστευτικό, τα ναρκωτικά, περισσότερα αδικήματα βίας κλπ. Δυστυχώς, στον αγώνα αυτό οι Υπηρεσίες Επιμελητών καθυστέρησαν να ανταποκριθούν και οι ευθύνες ανήκουν αποκλειστικά στην Πολιτεία. Αδιαφορία του Υπουργείου για να προωθήσει τις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις, υποβάθμιση του κύρους των Επιμελητών ανηλίκων, καθυστέρηση της αποποινικοποίησης απλών τροχαίων παραβάσεων, αμήχανη αντιμετώπιση των νέων μορφών αντικοινωνικής συμπεριφοράς κ.α. Αλλά και στο σώμα των επιμελητών ήταν φανερή μια προϊούσα κόπωση ,αφού σε πολλούς από αυτούς η μακροχρόνια άσκηση ενός τόσο κοπιαστικού και ψυχοφθόρου έργου τους έχει «σκληρύνει».
(Απόσπασμα από την τριμηνιαία έκδοση του περιοδικού των Ε.Α.<<Επιμελούμαι>>)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.